Η γνωριμία μου με τον καθηγητή Κασσωτάκη ανάγεται στην περίοδο των φοιτητικών μου χρόνων στο Φυσικό Τμήμα του ΕΚΠΑ, όπου τα μαθήματα παιδαγωγικής που δίδασκε ήταν υποχρεωτικά για όλους τους φοιτητές όλων των Τμημάτων που απέβλεπαν σε μια καριέρα δασκάλου ή καθηγητή στη μέση εκπαίδευση. Τότε γνώρισα τον επιστήμονα.
Η γνωριμία μου με τον κύριο Κασσωτάκη συνεχίστηκε όταν συμπτωματικά έτυχε να μετακομίσω με την οικογένεια μου ακριβώς στο απέναντι σπίτι από το δικό του, σε μια ήσυχη γειτονιά των Βριλησσίων. Εκεί διαπίστωσα να μας συνδέουν στενότεροι δεσμοί οι οποίοι έλκονταν από την συγγενή καταγωγή μας: εκείνος από την ορεινή Κρήτη, εγώ από την ορεινή Νάξο . Τότε γνώρισα τον άνθρωπο.
Την περίοδο της πανδημίας του κορωνοιού η απομόνωση λειτούργησε ευεργετικά καθώς μας έφερε πιο κοντά, με αποτέλεσμα να αναπτύξουμε ακόμα στενότερους δεσμούς. Με κάλεσε και μου χάρισε αρκετά επιστημονικά βιβλία δικά του και της συζύγου του κι επιπλέον την πρώτη ποιητική του συλλογή. Πήρα κι εγώ το θάρρος και του έδωσα μια νουβέλα που είχα γράψει. "Δημήτρη αυτό που έχεις γράψει είναι πρωτότυπο και μοναδικό και πρέπει να το εκδώσουμε", μου φώναξε την άλλη μέρα από το παράθυρο. Και όντως με γενναιοδωρία μεσολάβησε και εκδόθηκε.
Όταν, τέλος, διάβασα κι εγώ τα ποιήματα του αντιλήφθηκα ότι δεν πρόκειται
απλώς για έναν ακόμα επιστήμονα, ακούραστο αλλά για έναν δημιουργό με εξαιρετική διαύγεια πνεύματος
παρά τα προβλήματα που τον ταλάνιζαν. Δεν πρόκειται για έναν ακόμα σεβαστό οικογενειάρχη που κουβαλούσε μέσα του όλες τις παραδόσεις της ορεινής Κρήτης. Εκείνη την περίοδο της καραντίνας τελικά γνώρισα και τον ποιητή.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν τόσο αφοσιωμένο
καθηγητή με τέτοια προσήλωση στην έρευνα και στην επιστήμη του ότι θα μπορούσε και να ξεφεύγει και να βαδίζει στα ακαθόριστα και νεφελώδη μονοπάτια των "Ιδεών". Στο
μυαλό μου έρχεται ο περίφημος πίνακας του Ραφαέλο "Η Σχολή των Αθηνών" όπου τα
δύο κεντρικά πρόσωπα ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης έχουν στραμμένα τα χέρια τους
ο μεν πρώτος στους ουρανούς υποδεικνύοντας την "Ιδέα", ο δεύτερος στη γη
προσηλωμένος στα πραγματικά και ορατά παρατηρήσιμα πράγματα.
Ο ποιητής Κασσωτάκης δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σύζευξη
των δύο αυτών προσώπων. Του επιστήμονα της έρευνας και της ακαδημαϊκής πορείας, με τον ποιητή και τον άνθρωπο των ιδεών. Διότι τα ποιήματα του διακατέχονται
από την ποιητική ιδέα. Ναι μεν σε πρώτη ανάγνωση βλέπει κανείς τη μεθοδολογία
του γενικού που οδηγεί στα επιμέρους και αντιστρόφως. Συγχρόνως όμως μπορεί
κανείς να διακρίνει αυτό το μικρό και ανεπαίσθητο στοιχείο που μεταμορφώνει ένα κείμενο με ελεύθερο στίχο, σε ποίημα.
"Ο βιολιστής της στέγης" είναι η συνείδηση, η "Φυγή" γίνεται μία
Φούγκα αντιστίξεων προς μια επιστροφή και τέλος η "Κασσιανή" θέτει το αναπάντητο
ερώτημα για τον Θεό. Είναι ακριβώς αυτή η ποιητική ιδέα την οποία περιγράφει
και ο Καβάφης στο περίφημο ποίημα "Ο Δαρείος". Η ποιητική ιδέα που πάει κι έρχεται
επίμονα μέσα στην "αναστάτωση" και στην "ταραχή" των υπολοίπων καθημερινών
καταστάσεων, είτε αυτές λέγονται πανεπιστημιακή έρευνα είτε οικογένεια.
Σε ότι αφορά τώρα στην φαινομενική ελευθερία του στίχου, θεωρώ ότι δείχνει και φαντάζει
ελεύθερος μέσα στα αυστηρά όρια που θέτει ο ρυθμός του λόγου. Ως μουσικός
πιστεύω ότι αυτό είναι το δυσκολότερο είδος γραφής. Όπως και στη λόγια μουσική που υπηρετώ, μια σύνθεση είναι επιτυχημένη όταν φαντάζει σαν απλό τραγούδι ενώ συγχρόνως κρύβει περίτεχνα την αυστηρή της δομή. Ή ακόμα στη μουσική εκτέλεση, όταν για παράδειγμα ακούς τον Μενουχίν να παίζει βιολί, δημιουργείται η εντύπωση πως αυτοσχεδιάζει, παρόλο που αυτός για να επιτύχει ένα τέτοιο αποτέλεσμα πέρασε από πειθαρχημένη μελέτη και εξάσκηση πολλών ετών. Έτσι και ο στίχος του ποιητή Κασσωτάκη φαίνεται ότι
είναι πεζός λόγος κι όμως κάπου εκεί πίσω λανθάνει ένας εσωτερικός ρυθμός
που κάνει τον πεζό λόγο να γίνεται μουσική γραφή.
Αλλά ακόμα και για όσους θεωρούν δυσδιάκριτο αυτόν τον εσωτερικό ρυθμό, τους προσκαλώ να τραγουδήσουμε πάνω στη μουσική του Ερωτόκριτου τους παρακάτω στίχους του ποιητή:
Όποιος γεννιέται ήρωας πεθαίνει πολεμώντας.
Κι όποιος γεννιέται άνθρωπος πεθαίνει αγαπώντας.
Τα κυπαρίσσια άρχισα κι αυτά να τα φοβάμαι,
σαν λόγχες μοιάζουνε, καθώς τον ουρανό τρυπάνε.
Τέλος, θα ήθελα να δώσω μια ακόμα προέκταση της πολυσχιδούς του προσωπικότητας. Ο ήρωας παίζει καθοριστικό ρόλο στο ποιητικό έργο του κ. Κασσωτάκη. Ποιήματα όπως το "Σαν αετός", "Το άλμα του ήρωα", "Ωδή στο δάσκαλο", "Στον Σπύρο Λούη" δείχνουν έναν ηρωικό χαρακτήρα και μία διάθεση να εξυμνηθεί το κυνήγι του ακατόρθωτου. Μετά τον επιστήμονα, τον άνθρωπο και τον ποιητή Κασσωτάκη λοιπόν, θαρρώ δεν είναι μακρυά η ώρα που κάποιος συγγραφέας θα εμπνευστεί από τον βίο του. Και καθώς οι ήρωες δεν πολεμούν μόνο με τα όπλα αλλά και με την πένα, θα γνωρίσουμε τελικά και τον ήρωα Κασσωτάκη.