Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

«χαλόου, Κοσμοναύτη» - Ένα μυθιστόρημα στη φόρμα του κοντσέρτου





Το τελευταίο βιβλίο της Μάτας Καστρησίου με τον τίτλο "χαλόου, Κοσμοναύτη" είναι ένα μουσικό μυθιστόρημα. Κατά την ειδική έννοια του όρου, αφού κατά τη διάρκεια της αφήγησης ακούγονται, τραγουδιούνται και μνημονεύονται συνεχώς παραδοσιακά τραγούδια της Ελλάδας και της Πολωνίας, ποπ μουσική από ραδιοφωνικές εκπομπές και κασέτες με playlists. Αλλά και κλασσική μουσική, αφού η Πολωνία, όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, είχε την τύχη να βγάλει έναν Σοπέν, και όχι μόνο.

Το τελευταίο βιβλίο της Μάτας Καστρησίου είναι ένα μυθιστόρημα που η λέξη «Κοσμοναύτης» στον τίτλο του, το καθιστά κι ένα μουσικό μυθιστόρημα, με την ευρεία έννοια του όρου. Διότι, ένα μυθιστόρημα που σε παραπέμπει στο Σύμπαν, τους πλανήτες, τα φεγγάρια, τους ήλιους, τα νεφελώματα, τους αστέρες νετρονίων και τους σουπερνόβα δεν μπορεί παρά να είναι ένα μουσικό μυθιστόρημα, κατά την έννοια που το μονόχορδο του Πυθαγόρα είναι το τελειότερα εξελιγμένο τηλεσκόπιο του Κόσμου.
Ο Πυθαγόρας που μελέτησε τους διάφορους τόνους που παράγονται από μία πακτωμένη χορδή αλλάζοντας τα μήκη και τις διατομές τους, διαπίστωσε ότι υπάρχει μια αντιστοιχία «1-1 και επί» με τις συχνότητες περιστροφής, τις αποστάσεις και τις μάζες των διαφόρων πλανητών. Έφτιαξε μια ενοποιημένη θεωρία όπου η Μουσική και το Σύμπαν είναι Ένα. Κάτι ανάλογο ιεχύει, στη σύγχρονη εποχή, με τη θεωρία του Μάξγουελ, όπου ο ηλεκτρισμός και ο μαγνητισμός διέπονται από τις ίδιες διαφορικές εξισώσεις, σε μικρότερη όμως κλίμακα.
Και για να μην ευλογούμε τα γένια μας, για τους άξιους προγόνους μας που όλα τα είπαν τέλος πάντων, θα αναφέρω ακόμα δύο παραδείγματα που αποδεικνύουν έστω και με μια ποιητική διάθεση τον ισχυρισμό ότι το Σύμπαν και η Μουσική είναι Ένα. 
Ο πατέρας του μεγάλου Γαλιλαίου, ο όχι και τόσο γνωστός στις μέρες μας Βιτσέντζο Γκαλιλέι, ήταν ένας πολύ σημαντικός μουσικός στην ιστορία της μουσικής. Σημαντικός διότι έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη του νέου είδους, της όπερας, μέσω της διαδικασίας αναβίωσης της αρχαίας τραγωδίας. Όταν λοιπόν ο μικρός ιδιοφυής και πρώιμα ώριμος Γαλιλαίος, μπήκε για πρώτη φορά στο υπόγειο του πατέρα του, συνηθισμένος από τα κατώγια των σπιτιών των φίλων του, εκεί στη βόρεια Ιταλία, με τα κρεμασμένα ζαμπόνια και τα κρασιά, όταν αντίκρισε τα υπέροχα αναγεννησιακά λαούτα καθώς και διαφόρων ειδών βαρίδια να κρέμονται από χορδές με διάφορα μήκη και πάχη, εκείνος «είδε» ένα υπερσύγχρονο αστεροσκοπείο. Ο μικρός Γαλιλαίος είδε όλους τους γνωστούς πλανήτες να αντικατοπτρίζονται εκεί μέσα και αντιλήφθηκε νωρίς ότι «η Γη γυρίζει».
Αλλά και ο μεγάλος Άλμπερτ Αϊνστάιν, όταν τον κατηγορούσαν ότι οι θεωρίες του δεν αποδεικνύονται πειραματικά, εκείνος φωτογραφίζονταν γελαστός κάτω απ’ τη μύτη των επικριτών του, με το βιολί στο χέρι, το οποίο αποτελούσε, όπως είχε ο ίδιος πει εμμέσως, το καλύτερο όργανο παρατήρησης.

Με τις μουσικές που αναφέρονται μέσα στο μυθιστόρημα δεν θα ασχοληθούμε. Είναι δοσμένες σε μορφή playlist στις σελίδες 95, 213 και 304. Τα διάφορα πολωνικά παραδοσιακά και παιδικά τραγούδια που εμπλέκονται στην αφήγηση, μπορεί να τα βρει κανείς στις σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου. Το μόνο που θα πω είναι ότι ακόμα και το δημοτικό μας τραγούδι «Το γιοφύρι της Άρτας» βρίσκει μια στέρεη θέση μέσα σε τούτη την αφήγηση.
Μετά τις παραπάνω διαπιστώσεις, η πρόκληση είναι να αποδείξουμε και το αντίστροφο, όπως δηλαδή όσοι ασχολήθηκαν με τη μουσική "είδαν" αστέρια, έτσι και όποιος δημιουργεί κάτι κοιτώντας τ' αστέρια, θα έχει πάντα κρυμμένη μια μουσική. Θα γίνει μια προσπάθεια να βγουν στην επιφάνεια όλα εκείνα τα στοιχεία του μυθιστορήματος που καταδεικνύουν τον τελευταίο ισχυρισμό ότι το "χαλόου, Κοσμοναύτη" είναι γραμμένο στη φόρμα ενός κοντσέρτου.
Πρώτα απ’ όλα, η σύνθεση όλου του έργου γίνεται με τη χρήση των λεγόμενων λάιτ μοτίφ*. Πρόκειται για έναν όρο που έχει εισέλθει στη λογοτεχνία από τη μουσική και συγκεκριμένα από τις όπερες του Βάγκνερ. Θέλοντας να υπογραμμίσει ο Βάγκνερ μια συγκεκριμένη διάθεση, ένα συναίσθημα, ένα πρόσωπο, μία κατάσταση μέσα στη σκηνική δράση των έργων του, δημιουργούσε μουσικά μοτίβα τα οποία επανέρχονταν καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου στις αντίστοιχες περιπτώσεις.
Βέβαια την έννοια του μουσικού μοτίβου την καθιέρωσε και την απογείωσε πρώτος ο Μπετόβεν, ο οποίος στην 5η συμφωνία του παράγει μια συμπαγή μουσική σύνθεση με τις διατεταγμένες και συντεταγμένες επαναλήψεις ενός μοτίβου τεσσάρων νοτών. Του περίφημου μοτίβου του πεπρωμένου. 
Στο μυθιστόρημα της Μάτας Καστρησίου συναντάμε πλήθος μοτίβα που σαν λαίτ μοτίφ έρχονται και παρέρχονται. Συναντούμε μοτίβα προσώπων, τον άνδρα και τη φάλαινα. Μοτίβα χρωμάτων, το κίτρινο, το μωβ, το πορτοκαλί. Μοτίβα γεύσεων, τη ζάχαρη, το γάλα, το λάχανο. Μοτίβα οσμών το ξύδι και την κάμφορα. Έχουμε μοτίβα χώρου τη Γεωγραφία, το Παλάτι Επιστημών, το Βιστούλα, τη Βαλτική, τις λεωφόρους. Και μοτίβα χρόνου, τα Χριστούγεννα, τις λαϊκές γιορτές, τις 7:45 ακριβώς. Μοτίβο του πεπρωμένου η Μέρα που γίνεται Νύχτα.
Πέρα όμως από τα μοτίβα, μία μουσική σύνθεση πρέπει να έχει και τις μελωδίες. Το μυθιστόρημα αυτό έχει μια τέτοια χρήση της γλώσσας που ενώ είναι ένα πεζογράφημα, ο λόγος ρέει με τέτοια λυρικότητα που φαντάζει σαν ποιητικό κείμενο σε μια γλώσσα μουσική, όπως εκείνη του Ομήρου**.  Σε όποια σελίδα τυχαία κι αν ανοίξεις θα βρει κανείς κι από ένα ποίημα, ένα τσιτάτο, απόφθεγμα που μπορεί να σταθεί και μόνο έξω από την αφήγηση.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένες «μελωδίες», μία από κάθε κεφάλαιο: σελ.122 «Τραβώ τις κουρτίνες… σε αυτοκινητιστικό», σελ. 173 «μπορεί ο Σοπέν… κι εγώ κλαίω», σελ. 341 «Ο Μιρόσλαβ… της ταυτότητάς μας».
Ένα άλλο στοιχείο, που είναι και το πιο ιδιαίτερο στο βιβλίο αυτό, είναι η διαφορετική αφήγηση που συναντούμε σε κάθε ένα από τα τρία συνολικά κεφάλαια. Το διαφορετικό ύφος και η διαφορετική δομή.
Αν κοιτάξουμε από λίγο πιο ψηλά κάνοντας fade out το 1ο κεφάλαιο, χωρίς να εστιάζουμε σε μοτίβα και μελωδίες, θα δούμε να σχηματίζεται μια μορφή όπου μια μουσική φράση σε μορφή παραγράφου, επαναλαμβάνεται επίμονα απ’ την αρχή ως το τέλος. Είναι η μουσική φράση της ραδιοφωνικής εκπομπής που επανέρχεται σαν ritornello σε μαδριγάλι, σαν επωδός ή σαν ρεφραίν σε μακρύ τραγούδι. Στην οργανική μουσική για μια τέτοια φόρμα έχει επικρατήσει ο όρος Rondo λόγω αυτής ακριβώς της κυκλικής επανάληψης εν μέσω άλλων επεισοδίων. 
Όπως και στη μουσική, το 1ο αυτό μέρος είναι δύσκολο και στην εκτέλεση και στην κατανόηση, έχει όμως μια ομορφιά και μια γοητεία που βασίζεται σε αυτή ακριβώς την ιδιαιτερότητα. Μπορεί να διακρίνει κανείς, όπως και σε ένα μουσικό κείμενο, πλήθος μετατροπίες, απομακρύνσεις θα μπορούσαμε να πούμε, από την αρχική αφήγηση. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το κεφάλαιο 5 της Ιονόσφαιρας όπου έχουμε αναδρομή μέσα στην αναδρομή. Ενώ ξεκινάει με τις δύο αδερφές να βλέπουν στην τηλεόραση τον «Τροχό της τύχης» συνεχίζει με μια αναπόληση της Βάντας στο κολυμβητήριο με τον άνδρα (και όχι άνδρα της), για να συνεχίσει με μία θύμηση από μια συνέντευξη για δουλειά και την κουβέντα για τον Μπόρχες, που προεκτείνεται στο τι θα έκανε ο Μπόρχες αν ήταν σ’ αυτό το κολυμβητήριο. Τέτοιου τύπου αναπτύξεις στη μουσική συμβαίνουν στη φόρμα της Σονάτας.
Το 2ο κεφάλαιο έρχεται σαν ανάπαυλα, να ηρεμήσει τη δύσκολη αφήγηση με μια χαλαρή νότα και μια ευχάριστη διάθεση που όμως σε τίποτα δεν υστερεί στις φιλοσοφικές προεκτάσεις και στον προβληματισμό σε σχέση με το 1ο μέρος. Αυτό γίνεται με το εύρημα να περάσει η αφήγηση σε ένα παιδί. Είναι ένα ευχάριστο και διασκεδαστικό μέρος, σε ματζόρε χαρμόσυνο τόνο όπως οφείλει να είναι το 2ο μέρος ενός κοντσέρτου, που ξεκίνησε σε ελάσσονα τονικότητα. Λειτουργεί σίγουρα γαλήνια και κατευναστικά, χωρίς παρόλαυτά να λείπουν οι κορυφώσεις και οι εξάρσεις.
Το 3ο κεφάλαιο-μέρος έρχεται για να γεφυρώσει τα δύο προηγούμενα και να τα οδηγήσει στην κάθαρση-λύτρωση. Αυτό επιτυγχάνεται με την Έξοδο, τη Φυγή του ήρωα μέσω μιας νέας αφήγησης που λειτουργεί αντιστικτικά. Άλλον θεωρείς για αφηγητή και άλλος αποδεικνύεται τελικά ότι είναι. Το 3ο μέρος αυτού του μουσικού έργου είναι μια Fuga (Φυγή) ενός δοσμένου κυρίως θέματος (Μιρόσλαβ) προς το διάστημα, και ενός ευρηματικού αντιθέματος προς τη θάλασσα. Θέμα και αντίθεμα πηγαίνουν χέρι χέρι σε μια αντιστικτική ύφανση ισάξια μιας Φούγκας Μπαχ. Το θαλάσσιο θηλαστικό συμβολίζει την πιο αρχέγονη μορφή ζωής που αγωνίζεται να κατανοήσει την πρόοδο του Ανθρώπου να σπάσει τα όρια. Η αφήγηση φαντάζει αμήχανη με τέλεια μαθηματική ακρίβεια. Η μεγαλοπρεπής Coda στο τελευταίο υποκεφάλαιο, δίνει την αίσθηση του τέλους μιας ολοκληρωμένης, πέρα για πέρα, μουσικής σύνθεσης.
Το τελευταίο βιβλίο της Μάτας Καστρησίου, με τον τίτλο "χαλόου, Κοσμοναύτη", είναι ένα μουσικό μυθιστόρημα, διότι σε όλη τη διάρκεια ακούγονται μουσικές, αλλά κυρίως γιατί έχει έναν μουσικό τρόπο ανάπτυξης και γραφής, μέσα στον οποίο διακρίνουμε μουσικά μοτίβα, μελωδίες, θέματα και αντιθέματα, φράσεις, και αναπτύσσεται σε τρία μέρη με ιδιαίτερες και ξεχωριστές φόρμες που προσομοιάζουν με τις φόρμες μερών ενός κοντσέρτου Μπαχ σε ελάσσονα τονικότητα. Ο Μπαχ γεννήθηκε στο Άιζεναχ της Θουριγίας, λίγα μέτρα μακριά από την περιοχή που γεωγραφικά ονομάζουμε Πολωνία. Δεν γνωρίζουμε αν κάτι τέτοιο ήταν στις προθέσεις της συγγραφέως, αλλά ακόμα και αν δεν ήταν, αυτή η σύμπτωση εξηγείται μέσω της έκτης αίσθησης που έχουν οι μεγάλοι δημιουργοί, να αντιλαμβάνονται τις δομές, που σε τελική ανάλυση, προκύπτουν από την τέλεια ενσυναίσθηση για τη σύσταση του Κόσμου.

Τέλος, η Μάτα Καστρησίου η ίδια, είναι ένα ουράνιο σώμα. Αγνοούσα την ύπαρξή της παρόλο που είμαστε από το ίδιο χωριό. Μετά την ανακάλυψή της, από το πρώτο της βιβλίο, προσπαθώ να βρω τη θέση μου απέναντί της, κάτι που συνιστώ σε όλους να κάνουν ανεπιφύλακτα. Εκείνη την ιδανική θέση μέσα στο βαρυτικό της πεδίο, που σε ζεσταίνει και σε φωτίζει. Διότι έχει την ιδιότητα που έχουν όλα τα μεγάλα πνεύματα. Να παγώνεις όταν βρίσκεσαι μακριά τους κι όταν είσαι κοντά τους να καίγεσαι. Μια ιδιότητα του Ήλιου!

*Σε αυτό αναφέρθηκε και η ποιήτρια Χριστίνα Οικονομίδου στην 1η παρουσίαση του βιβλίου.
**Σε αυτό αναφέρθηκε και ο καθηγητής αστροφυσικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ξενοφών Μουσάς στην 1η παρουσίαση του βιβλίου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου