Στον Σκάμανδρο, σαν έπεσε το οχυρό η Τροία
Σε έναν νιο π’ αμύνονταν με θάρρος και ανδρεία
Αντί να αιχμαλωτίσουνε σε καθεστώς ομήρου
Όπως διαβάζουμε άλλωστε στα έπη του Ομήρου
Οι Αχαιοί που θαύμασαν των δυο χεριών τη ρώμη
Τη λευτεριά του χάρισαν και ίδρυσε τη Ρώμη.
Αινεία τον ελέγανε κι ήταν της Αφροδίτης
Απ’ του Πριάμου αδελφό το γάμο το παιδί της
Του επιτρέψαν μάλιστα να πάρει όσους ‘μπόρειε
Μαζί του απ’ τσι θησαυροί που η αγκαλιά του ‘χώρειε
Αν ήταν άλλος θα ‘λιωνε χρυσό που θα ‘χε χύσει
Σε ράβδους, μα προτίμησε να πάρει τον Αγχίση
Άξιζε ο πατέρας του τέτοιες ψηλές θυσίες
Γιατί τον γιο του δίδαξε τσ’ ανθρώπινες αξίες.
Δεν ήτανε ο δρόμος τους για ‘κει στρωμένος ρόδα
Άνω και κάτω η ζωή τα φέρνει σαν τη ρόδα
Στο δρόμο για την ξενιτειά τους έβγαλε τ’ αγέρι
Στην πόλη π’ ίδρυσε η Διδώ εκεί κοντά στ’ Αλγέρι.
Στην Καρχηδόνα π’ έχτισε όταν κι αυτή εξορίσθη
Από το θρόνο ο άντρας της όταν καταποντίσθη
Σιχαίο τον ελέγανε, ο άρχων των Τυρείων
Που όμως τον εσκότωσε στυγνά ο Πυγμαλίων
Ο πιο μικρός ο αδερφός της όμορφης Διδότου
Το στέμμα του απέσπασε και το ‘κανε δικό του.
Η κόρη σαν τον πρόσφυγα και σαν τον μετανάστη
Το βιός της όλο δώρισε κι έχτισε νέον άστυ
Της ζήτησαν μην υπερβεί η πόλη το εκτάρι
Να είναι όση δηλαδή ενός βοδιού τομάρι
Το δέρας τότε έκαμε μια μακριά λωρίδα
Και αύξησε το εμβαδόν του τόπου για πατρίδα.
Εκεί εβρέθηκε μετά την άλωση του Ίλιου
Ο Αινείας, όπως γράφτηκε στο έπος του Βιργίλιου
Της εξιστόρησε εκεί με του ποιητού τη χάρη
Τον πόλεμο τον Τρωικό, χαρτί και καλαμάρι:
Για τη μεγάλη σύγκρουση, για την μεγάλη μάχη
Πώς πέθανε ο Έκτορας και κλαίει η Ανδρομάχη
Για την αγάπη τη μακρά Εκάβης και Πριάμου
Που είχε την ποσότητα θαλασσινής της άμμου
Για τον μεγάλο έρωτα τσ’ Ελένης και του Πάρι
Που την καρδιά τους λάβωσε του Έρωτος δοξάρι
Γιατ’ είν’ τ’ ανθρώπου η καρδιά η πτέρνα η Αχίλλειος
Που την κυκλώνει αν λαβωθεί και σκότος μα και Ήλιος…
Ετσά ερωτεύτηκαν κι οι νιοι με πάθος και μανία
Μα ο Δίας από την Διδώ άρπαξε τον Αινεία
Του θύμισε το τάμα του πού ‘πρεπε να ιδρύσει
Της Τροίας πόλη αντάξια σε Ανατολή και Δύση
Η κόρη τότε έκλαψε και αυτοπυρπολήθη
Μα ο μύθος της δεν χάθηκε, δεν πέρασε στη λήθη
Οι δυο μαζί, ο γέροντας στην πλάτη του Αινεία
Διαπλεύσαν τη Μεσόγειο κι εφτάσαν Ιταλία
Στο τέλος πόλη ιδρύθηκε της Τροίας εφαμμίλου
Που τ’ όνομα της «άκουγε» του Ρώμου και Ρωμύλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου