Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Λόγος vs Μουσική

Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση «η κότα γέννησε το αυγό ή το αυγό την κότα», διερωτώμαι αν «ο Θεοδωράκης έγραψε το Άξιον εστί, ή το Άξιον εστί έγραψε το Θεοδωράκη»; Η απάντηση εδώ είναι ρητή και κατηγορηματική: Το Άξιον εστί γράφτηκε από τον Ελύτη.
Πρώτα απ’ όλα το ποιητικό κείμενο γράφτηκε χρονολογικά πρώτο και ήταν αρκετό μάλιστα για να χαρίσει στον ποιητή το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Συνεπώς συγκαταλέγεται στα μεγάλα λογοτεχνικά έργα της ιστορίας της ανθρώπινης λογοτεχνίας και ο Ελύτης στους μεγάλους ποιητές, διότι με το έργο του ενέπνευσε αλλόγλωσσους λαούς και χάραξε για τον ίδιο μια μοναδική πορεία στο δρόμο του σουρεαλισμού με γνώμονα την ελληνικότητα.
Η μελοποίηση έπεται. Και μάλιστα δεν είναι καν ιδέα του συνθέτη η μελοποίηση ενός τέτοιου ποιητικού έργου, αφού ο ίδιος ο Ελύτης έλεγε (και η φόρμα της ποιητικής σύνθεσης το δείχνει ξεκάθαρα) πως είναι στα πρότυπα μιας ορθόδοξης θρησκευτικής λειτουργίας, με τραγουδιστικά μέρη, ψαλμούς και αναγνώσματα. Η μουσική σύνθεση λοιπόν, αντίθετα με τη φρεσκάδα και την παγκοσμιότητα της ποιητικής σύνθεσης, δεν είναι αντίστοιχης σπουδαιότητας στην ιστορία της μουσικής με τη σπουδαιότητα του ποιητικού έργου στην ιστορία της λογοτεχνίας. Και αυτό γιατί δεν προτείνει νέες ιδέες ικανές να εμπνεύσουν τη μουσική κοινότητα να τις ακούσει και γιατί όχι να τις υιοθετήσει. Είναι ένα μουσικό δημιούργημα που ακολουθεί την πεπατημένη, σε μια φόρμα κλασσικού ορατορίου (Μπαχ, Χέντελ), ανακαλώντας στοιχεία από τους μεγάλους συνθέτες της εποχής (Στραβίνσκυ, Ιεροτελεστία της Άνοιξης), εμπλουτισμένο με ελληνικό χρώμα (Σκαλκώτας, Καλομοίρης) και με μερικά, πραγματικά υπέροχα, λαϊκά τραγούδια (Θεοδωράκης).
Αυτό λοιπόν είναι ο Θεοδωράκης. Ένας πολύ μεγάλος λαϊκός τραγουδοποιός, που τα επαναστατικά του ιδεώδη, τα οποία μετέφερε μέσα στα λαϊκά τραγούδια του, ενέπνευσαν, και ακόμα εμπνέουν, ταλαιπωρημένους και καταπιεσμένους λαούς και τους προσέφερε στιγμές ανάτασης και αξιοπρέπειας. Απλά ένας μεγάλος λαϊκός τραγουδοποιός και σε καμία περίπτωση μεγάλος συνθέτης. Σε αντίθεση με τον Ελύτη ο οποίος είναι μεγάλος ποιητής.
Μα δεν είναι σπουδαίο, θα πει κάποιος, που έφερε στα χείλια του απλού λαού λόγια ποιητικά με εξαιρετικά βαθύ και πυκνό νόημα, που υπό άλλες συνθήκες πιθανόν να μην τα γνώριζαν καν;
Ο Διονύσιος Σολωμός, είχε την ευχή και την κατάρα να γίνει ο Εθνικός μας ποιητής αφού το ποίημα του Ύμνος εις την Ελευθερία έμελλε να γίνει ο εθνικός μας ύμνος. Δεν χρειάζεται καμμιά εξήγηση, πιστεύω, για το γιατί ήταν ευχή. Αλλά ήταν και κατάρα, γιατί ο μέσος Έλληνας δεν γνωρίζει το πραγματικά μεγάλο έργο του Σολωμού, αφού τον έχει συνδεδεμένο στη συνείδησή του μόνο με τον εθνικό ύμνο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ακόμα και τους στίχους του Ύμνου, δεν πιστεύω ότι κατανοεί το μεγαλείο τους. Είναι ένα τραύλισμα που από τη συνήθεια δεν μας κάνει να αναρωτηθούμε τι λέει και τι εννοεί κάθε φορά ο ποιητής. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα τραγούδια από Το Άξιον εστί. Έχουν πάρει μια διάσταση, αν όχι ισάξια με του Ύμνου, τουλάχιστον της ίδιας τάξης μεγέθους. Με αποτέλεσμα να τραγουδιούνται χωρίς να κατανοούμε στην ουσία το νόημα και το μεγαλείο του λόγου.
Παρόλα αυτά, και θέλοντας να συνεχίσω να κάνω το δικηγόρο του διαβόλου, θα τολμήσω να πω ότι η ποίηση και γενικότερα η γλώσσα και ο λόγος, ως τεχνητό κατασκεύασμα του ανθρώπου, ως κατασκεύασμα που «εφευρέθηκε» για να επικοινωνούμε, δεν μπορεί να έχει την περιεκτικότητα και την αρτιότητα στην έκφραση νοημάτων, ιδεών και ανθρώπινων αξιών που μπορεί ίσως να έχει η μουσική, η οποία δεν αποτελεί δημιούργημα, αλλά προϋπήρχε πριν τη δημιουργία του κόσμου μας και θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά την καταστροφή του. Η μουσική προϋπάρχει, και περιμένει το συνθέτη με το θείο άγγιγμα, να την ταχτοποιήσει και να την κάνει ευ ακουστή και να της περικλείσει τα νοήματα που θέλει να εκφράσει. Στην περίπτωση του Άξιον εστί, η μουσική δεν στέκεται στο ύψος της (ας εξαιρέσω τα λαϊκά τραγούδια και μόνον αυτά) καθώς από μόνη της, χωρίς τα λόγια του Ελύτη να την υποστηρίζουν δεν έχει κανένα μουσικό ενδιαφέρον και δεν εκφράζει κανένα από τα βαθύτερα νοήματα του λόγου.
Υπάρχουν άραγε περιπτώσεις στη μουσική δημιουργία, που η μουσική όντως να υπερβαίνει το λόγο; Ναι υπάρχει. Στην περίπτωση του Λουδοβίκου Μπετόβεν*. Ο Λουδοβίκος Μπετόβεν ήταν, αν όχι ο μοναδικός, ίσως ένας από τους ελάχιστους μουσικούς δημιουργούς που η μουσική του υπηρέτησε τις μεγάλες πανανθρώπινες αξίες, ιδεώδη και ιδανικά. Έργα του όπως η Ηρωική συμφωνία, που υμνεί τα οράματα της επανάστασης των λαών κατά των καταπιεστών του, για ισότητα και δικαιοσύνη, ή η Σονάτα του Σεληνόφωτος μέσω της οποίας εξέφρασε την οδύνη του ανεκπλήρωτου έρωτα είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Εκεί όμως που πραγματικά με τη μουσική του ξεφεύγει από τα τετριμμένα του απλού λόγου, εκεί που ακούγοντας τη μουσική δεν έχει νόημα να ακούσεις τον ποιητικό λόγο πάνω στον οποίο γράφτηκε είναι σίγουρα η μουσική για τον Κοριολανό βασισμένη στο θεατρικό έργο του Κολίνς , η μουσική για τον Έγκμοντ βασισμένη στο θεατρικό έργο του μεγάλου Γκαίτε και φυσικά η 9η Συμφωνία πάνω στους στίχους του κορυφαίου Σίλλερ. Με αυτά τα έργα ο Μπετόβεν αποδεικνύει σίγουρα την ανωτερότητα της μουσικής έναντι του λόγου στο να εκφράσουν μεγάλα ιδεώδη και ιδανικά δημιουργώντας μια εσωτερική διέγερση και ανάταση στον ακροατή κάνοντας τον να ζει και να βιώνει αυτές τις καταστάσεις που περιγράφει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι θα έκανε ο λόγος.


*Άλλοι συνθέτες οι οποίοι με τη μουσική υπερβήκανε το λόγο είναι σίγουρα ο Μπαχ ο οποίος ξεπέρασε τα ευαγγέλια, ο Μότσαρτ και ο Μάλερ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου